ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Κυβερνητικές πηγές: Πώς το Σύνταγμα ορίζει την απαρτία και πλειοψηφία στη Βουλή – Η απάντηση στην αντιπολίτευση

Η κυβέρνηση διευκρινίζει τις συνταγματικές διατάξεις για την απαρτία και πλειοψηφία στη Βουλή, απαντώντας στις αντιδράσεις της αντιπολίτευσης για τη νομιμότητα της διαδικασίας.

Το άρθρο αναφέρεται στις διευκρινίσεις που παρείχαν κυβερνητικές πηγές σχετικά με τις συνταγματικές προβλέψεις για την απαρτία και την πλειοψηφία στη Βουλή, με αφορμή την αντιπαράθεση για τη νομιμοποίηση της διαδικασίας σύστασης Προανακριτικής Επιτροπής για την υπόθεση ΟΠΕΚΕΠΕ. Σύμφωνα με το Σύνταγμα, η Βουλή απαιτεί την παρουσία τουλάχιστον 75 βουλευτών για τη λήψη απόφασης, ενώ ειδικές διατάξεις προβλέπουν διαφορετικές πλειοψηφίες για συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπως η σύσταση ειδικής κοινοβουλευτικής επιτροπής.

Η χρήση επιστολικής ψήφου έχει αυξηθεί, με διαφορετικά ποσοστά συμμετοχής ανάμεσα στα κόμματα. Οι κυβερνητικές πηγές απορρίπτουν τις κατηγορίες περί κρίσης νομιμοποίησης, υποστηρίζοντας ότι η διαδικασία ήταν σύμφωνη με τους κανονισμούς.

Διαβάστε αναλυτικά

Μετά από αντιδράσεις που έκαναν λόγο για «κρίση νομιμοποίησης» στη Βουλή κατά τη συζήτηση για τη συγκρότηση Προανακριτικής Επιτροπής για την υπόθεση ΟΠΕΚΕΠΕ, κυβερνητικές πηγές διευκρινίζουν ποια είναι η συνταγματική πρόβλεψη για την απαρτία, την πλειοψηφία και τον ρόλο της επιστολικής ψήφου στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.

Σύμφωνα με όσα εξηγούν οι κυβερνητικές πηγές, η διαδικασία που ακολουθήθηκε στη Βουλή για την ψηφοφορία επί της συστάσεως προανακριτικής επιτροπής για την υπόθεση ΟΠΕΚΕΠΕ είναι σύμφωνη με τους κανονισμούς. Η παρουσία τουλάχιστον 75 βουλευτών απαιτείται σήμερα στη Βουλή για να ληφθεί απόφαση, διευκρινίζουν και σημειώνουν πως δεν υφίσταται κάποια σχετική εξαίρεση στο Σύνταγμα.

Ειδικότερα, όπως αναφέρουν κυβερνητικές πηγές, σύμφωνα με το άρθρο 67 του Συντάγματος, η Βουλή δεν μπορεί να αποφασίσει χωρίς την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών που όμως ποτέ δεν μπορεί να είναι μικρότερη από το ένα τέταρτο του όλου αριθμού των βουλευτών, άρα σήμερα για τη λήψη απόφασης από τη Βουλή απαιτείται η παρουσία τουλάχιστον 75 βουλευτών. Δεδομένου ότι δεν υφίσταται άλλη συνταγματική διάταξη περί απαρτίας, η απαιτούμενη απαρτία για τη λήψη απόφασης της Βουλής προϋποθέτει την παρουσία 75 βουλευτών, χωρίς να υφίσταται καμία σχετική εξαίρεση στο Σύνταγμα.

Ως προς την αναγκαία πλειοψηφία για τη λήψη απόφασης της Βουλής, οι ίδιες πηγές σημειώνουν πως το Σύνταγμα αφενός προβλέπει τον κανόνα του άρθρου 67 του Συντάγματος (απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών που όμως ποτέ δεν μπορεί να είναι μικρότερη από το ένα τέταρτο του όλου αριθμού των βουλευτών), ως προς τον οποίο όμως κανόνα υφίστανται εξαιρέσεις με ειδικές συνταγματικές διατάξεις, όπως αυτή του άρθρου 86 παρ. 3 που απαιτεί την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών για τη σύσταση της ειδικής κοινοβουλευτικής επιτροπής για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης (άρα 151 θετικές ψήφους). Πρόκειται για ειδική πλειοψηφία που θεσπίζει απόκλιση από τον κανόνα του άρθρου 67 του Συντάγματος, όχι ως προς τον απαιτούμενο αριθμό παρόντων βουλευτών για τη λήψη απόφασης, αλλά ως προς την απαιτούμενη πλειοψηφία για την υπερψήφιση της πρότασης. Τυχόν αντίθετη ερμηνεία καταλήγει να συγχέει, και μάλιστα ερμηνευτικά, χωρίς σχετικό έρεισμα στο Σύνταγμα, τον απαιτούμενο αριθμό παρόντων βουλευτών με την απαιτούμενη πλειοψηφία για τη λήψη απόφασης, καταλήγοντας να απαιτεί έως και 200 παρόντες βουλευτές για τη λήψη απόφασης (στις περιπτώσεις που απαιτείται κατά το Σύνταγμα η ειδική αυξημένη πλειοψηφία των δύο τρίτων του όλου αριθμού των βουλευτών).

Ως προς τη διαπίστωση του απαιτούμενου κατά το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής αριθμού βουλευτών για τη διεξαγωγή ψηφοφορίας και τη λήψη απόφασης, τονίζουν πως ρητώς ο Κανονισμός της Βουλής προβλέπει τη σχετική αρμοδιότητα του Προεδρεύοντος (άρθρο 69 παρ. 4). Από τη στιγμή που αυτό το ζήτημα έχει κριθεί, δεν υφίσταται το οποιοδήποτε ζήτημα προτάσεων που εκκρεμούν για να τεθούν σε ψηφοφορία.

Τα τελευταία χρόνια, αναφέρουν οι κυβερνητικές πηγές, η κοινοβουλευτική πρακτική κατά την εφαρμογή του άρθρου 70Α του Κανονισμού της Βουλής αναγνωρίζει αυξημένες δυνατότητες συμμετοχής βουλευτή στην ψηφοφορία με επιστολική ψήφο, των οποίων πάντως έχει κάνει χρήση σε μικρότερο βαθμό η Νέα Δημοκρατία σε σχέση με τα περισσότερα κόμματα της αντιπολίτευσης. Σε 57 περιπτώσεις ονομαστικών ψηφοφοριών κατά τις δύο πρώτες συνόδους της τρέχουσας βουλευτικής περιόδου το ποσοστό των βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας που ψήφισαν με επιστολική ψήφο ανήλθε σε 22%, έναντι 42% του ΠΑΣΟΚ, 47% του ΣΥΡΙΖΑ, 34% της Ελληνικής Λύσης, 55% της Νέας Αριστεράς και 27% της Νίκης (ενώ το αντίστοιχο ποσοστό του ΚΚΕ ανήλθε σε 16% και της Πλεύσης Ελευθερίας σε 13%). Η σχετική κριτική πρέπει να λαμβάνει πάντως υπόψη αυτά τα πραγματικά δεδομένα.

Σε κάθε περίπτωση, καταλήγουν οι ίδιες πηγές, και ανεξαρτήτως της όποιας επιχειρηματολογίας ως προς την αναγκαία απαρτία και πλειοψηφία, είναι σαφές ότι η καταληκτική αναφορά της ανάρτησης σε δήθεν κρίση εσωτερικής εμπιστοσύνης που καθίσταται κρίση νομιμοποίησης δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα της σύγχρονης ελληνικής δημοκρατίας.

Σχολίασε εδώ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ