Παρά τις παγκόσμιες οικονομικές αβεβαιότητες, οι Έλληνες εφοπλιστές συνεχίζουν να επενδύουν δυναμικά στη ναυτιλία, με παραγγελίες που ξεπερνούν τα 600 πλοία, αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η Ελλάδα διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στη διεθνή ναυτιλία, ιδιαίτερα στον τομέα των containerships, δεξαμενόπλοιων και πλοίων μεταφοράς φυσικού αερίου, καταλαμβάνοντας σημαντικά μερίδια αγοράς.
Οι ελληνικές ναυτιλιακές εταιρείες, όπως η Minerva Marine και η Capital Maritime, επενδύουν σε σύγχρονα και πιο "πράσινα" πλοία, επιβεβαιώνοντας τη στρατηγική σημασία της χώρας στον τομέα. Παράλληλα, οι Έλληνες εφοπλιστές επιδεικνύουν στρατηγική ευελιξία, εκμεταλλευόμενοι τις κατάλληλες στιγμές για νέες επενδύσεις ή αγορές μεταχειρισμένων πλοίων.
Διαβάστε αναλυτικά
Παρά τις δυσκολίες και την αβεβαιότητα που επικρατεί στην παγκόσμια οικονομία, οι Έλληνες εφοπλιστές αυτή την περίοδο όχι μόνο δεν μειώνουν τις επενδύσεις τους, αλλά αντίθετα προχωρούν σε ακόμα περισσότερες παραγγελίες για νέα πλοία, αποδεικνύοντας πως στις κρίσεις μπορεί να βγουν τα περισσότερα χρήματα. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της εταιρείας Xclusiv Shipbrokers, τον περασμένο μήνα Αύγουστο, το βιβλίο παραγγελιών (γνωστό και ως orderbook, δηλαδή η λίστα με τα πλοία που έχουν ήδη παραγγελθεί αλλά δεν έχουν ακόμη παραδοθεί) ξεπέρασε ξανά τα 600 πλοία, φτάνοντας συνολικά τα 634.
Για να γίνει κατανοητό το μέγεθος: κάθε νέο πλοίο μπορεί να κοστίζει από δεκάδες έως και εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια. Αυτό σημαίνει ότι η χώρα μας, μόνο με τις παραγγελίες που «τρέχουν» αυτή τη στιγμή, διαχειρίζεται επενδύσεις δισεκατομμυρίων. Και όλα δείχνουν πως η τάση αυτή δεν θα σταματήσει σύντομα.
Ιδιαίτερη κινητικότητα υπάρχει στον τομέα των μεγάλων φορτηγών πλοίων που μεταφέρουν εμπορευματοκιβώτια (containerships). Πρόκειται για τον «κορμό» του παγκόσμιου εμπορίου, αφού μέσα σε αυτά διακινείται σχεδόν κάθε είδος προϊόντος – από ηλεκτρονικά και ρούχα μέχρι τρόφιμα και αυτοκίνητα.
Οι Έλληνες έχουν σήμερα υπό παραγγελία 86 τέτοια πλοία, αριθμός που αντιστοιχεί περίπου στο 9% όλων των παραγγελιών στον κόσμο. Από αυτά, περισσότερα από τα μισά είναι κατηγορίας neopanamax, δηλαδή πλοία φτιαγμένα για να περνούν από τη Διώρυγα του Παναμά μετά την τελευταία διεύρυνσή της. Περίπου το ένα τρίτο είναι feeders, μικρότερα πλοία που εξυπηρετούν κυρίως κοντινές διαδρομές και μεταφέρουν κοντέινερ από μικρότερα λιμάνια σε μεγαλύτερα.
Εταιρείες όπως η Minerva Marine του Ανδρέα Μαρτίνου, η Capital Maritime του Βαγγέλη Μαρινάκη, η TMS του Γιώργου Οικονόμου και η Euroseas του Αριστείδη Πίττα έχουν τοποθετήσει μεγάλες παραγγελίες σε ναυπηγεία της Ασίας, κυρίως στην Κίνα και στη Νότια Κορέα. Οι κινήσεις αυτές δείχνουν ότι η Ελλάδα θέλει να έχει ισχυρή παρουσία και σε αυτόν τον κρίσιμο τομέα, όπου ο ανταγωνισμός είναι τεράστιος.
Ακόμη πιο εντυπωσιακή είναι η εικόνα στα δεξαμενόπλοια (tankers), δηλαδή στα πλοία που μεταφέρουν υγρά φορτία, όπως αργό πετρέλαιο και προϊόντα διύλισης. Εδώ η ελληνική κυριαρχία είναι ξεκάθαρη: από τα 909 πλοία που ναυπηγούνται αυτή τη στιγμή στον κόσμο, τα 288 είναι ελληνικών συμφερόντων. Με άλλα λόγια, ένα στα τέσσερα δεξαμενόπλοια που κατασκευάζεται σήμερα ανήκει σε Έλληνες.
Οι κατηγορίες που ξεχωρίζουν είναι τα suezmax (πλοία που μπορούν να περάσουν από τη Διώρυγα του Σουέζ, συνήθως χωρητικότητας 120.000 – 200.000 τόνων) και τα aframax/LR2, λίγο μικρότερα δεξαμενόπλοια που χρησιμοποιούνται σε πολλές εμπορικές διαδρομές. Οι μεγάλες ελληνικές εταιρείες, όπως η Maran Tankers και η Dynacom, επενδύουν σε σύγχρονα και πιο «πράσινα» πλοία, με νέες τεχνολογίες που μειώνουν τις εκπομπές ρύπων και καταναλώνουν λιγότερο καύσιμο.
Μια ακόμη ταχύτατα αναπτυσσόμενη αγορά είναι αυτή του φυσικού αερίου. Οι Έλληνες έχουν ήδη παραγγείλει 98 πλοία που θα μεταφέρουν υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG carriers) και υγραέριο (LPG carriers). Για να γίνει κατανοητό: τα LNG carriers μεταφέρουν φυσικό αέριο σε υγρή μορφή και μπορούν να κουβαλήσουν ποσότητες που φτάνουν εκατοντάδες χιλιάδες κυβικά μέτρα. Τα LPG carriers αντίστοιχα εξειδικεύονται στη μεταφορά υγραερίου. Σε παγκόσμιο επίπεδο ναυπηγούνται σήμερα περίπου 650 τέτοια πλοία, πράγμα που σημαίνει ότι η Ελλάδα κατέχει σημαντικό μερίδιο, κατατασσόμενη στη δεύτερη θέση παγκοσμίως. Οι περισσότερες ελληνικές παραγγελίες αφορούν πολύ μεγάλα πλοία, χωρητικότητας 141.000 έως 200.000 κυβικών μέτρων. Εταιρείες όπως η TMS Cardiff Gas, η Evalend Shipping και η Capital Gas έχουν επενδύσει δισεκατομμύρια δολάρια σε νοτιοκορεατικά ναυπηγεία, επιβεβαιώνοντας τη στρατηγική σημασία που δίνουν οι Έλληνες σε αυτόν τον τομέα.
Τέλος, υπάρχει και ο παραδοσιακός τομέας του ξηρού φορτίου (bulk carriers), δηλαδή των πλοίων που μεταφέρουν πρώτες ύλες όπως σιτηρά, κάρβουνο, σιδηρομετάλλευμα και άλλα χύδην προϊόντα. Εδώ οι Έλληνες έχουν παραγγείλει 162 πλοία, περίπου το 12% του παγκόσμιου συνόλου. Αν και το πρώτο μισό του 2025 υπήρξε μια περίοδος αναμονής – σχεδόν χωρίς νέες παραγγελίες λόγω αβεβαιότητας στις αγορές και στις διεθνείς σχέσεις – στη συνέχεια οι Έλληνες επανήλθαν δυναμικά, είτε με νέες συμβάσεις είτε με αγορές μεταχειρισμένων πλοίων στη λεγόμενη second-hand αγορά. Αυτό δείχνει τη στρατηγική τους ευελιξία: περιμένουν την κατάλληλη στιγμή και επενδύουν όταν βλέπουν ότι οι συνθήκες το επιτρέπουν.