ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Financial Times: 10 χρόνια από το 2015 – Η επιστροφή της Ελλάδας από την άβυσσο, η μεταστροφή Τσίπρα και το εντυπωσιακό comeback

Η ανάλυση εξετάζει τις πολιτικές και οικονομικές αλλαγές που οδήγησαν στην ανάκαμψη της Ελλάδας, εστιάζοντας στη μεταστροφή του Αλέξη Τσίπρα και τις στρατηγικές αποφάσεις της τελευταίας δεκαετίας.

Το άρθρο των Financial Times εξετάζει την πορεία της Ελλάδας από την οικονομική κρίση του 2015 μέχρι σήμερα, δέκα χρόνια μετά το κρίσιμο δημοψήφισμα. Περιγράφει πώς η χώρα βρέθηκε στο χείλος της εξόδου από την Ευρωζώνη και την οικονομική κατάρρευση, λόγω της πολιτικής της κυβέρνησης Τσίπρα και του υπουργού Οικονομικών Βαρουφάκη.

Ωστόσο, η Ελλάδα κατάφερε να επανέλθει, με σημαντικές μεταρρυθμίσεις και συμμόρφωση με τις απαιτήσεις των μνημονίων, οδηγώντας σε μια εντυπωσιακή οικονομική ανάκαμψη. Παρόλα αυτά, εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις, όπως η χαμηλή παραγωγικότητα και το επενδυτικό έλλειμμα.

Η κρίση αυτή οδήγησε επίσης σε μετασχηματισμούς στην Ευρωζώνη, με τη δημιουργία νέων θεσμών και εργαλείων για την ενίσχυση της νομισματικής ένωσης.

Διαβάστε αναλυτικά

Με τον τίτλο «Πώς η Ελλάδα επέστρεψε από τον γκρεμό», δημοσίευμα των Financial Times, με αφορμή τη συμπλήρωση δέκα ετών από το δημοψήφισμα του 2015, επιχειρεί να περιγράψει πώς η χώρα κατάφερε να ανακάμψει.

«Αυτόν τον μήνα συμπληρώνεται μία δεκαετία από το σημείο καμπής του δράματος που συγκλόνισε για χρόνια τις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές και απείλησε να τινάξει στον αέρα την οικονομική και νομισματική ένωση, το μεγαλύτερο επίτευγμα της ΕΕ», γράφουν οι FT.

Το δημοσίευμα συνεχίζει, παραθέτοντας δηλώσεις του Πιέρ Μοσκοβισί, που ήταν επίτροπος οικονομικών υποθέσεων της ΕΕ από το 2014 έως το 2019: «Αν η Ελλάδα είχε αποχωρήσει από το ευρώ, αυτό θα σήμαινε το τέλος του ευρώ. Γιατί τότε θα αποδεικνυόταν ότι το κοινό μας νόμισμα δεν είναι αιώνιο. Θα ήταν απλώς μια ζώνη σταθερής ισοτιμίας».

Σχετικά με όσα έλαβαν χώρα τον Ιούλιο του 2015, το δημοσίευμα αναφέρει: «Οι Έλληνες ψήφισαν σε δημοψήφισμα κατά του διεθνούς προγράμματος διάσωσης της χώρας, έπειτα από παρότρυνση της ακροαριστερής, λαϊκιστικής κυβέρνησής τους. Ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, που είχε ανέλθει στην εξουσία τον Ιανουάριο του 2015 πάνω σε κύμα λαϊκής αποστροφής προς τα mainstream κόμματα, και ο διχαστικός υπουργός Οικονομικών του, Γιάνης Βαρουφάκης, επιδίωκαν καλύτερους όρους από τους Ευρωπαίους και τους πιστωτές του ΔΝΤ».

Η πολιτική τους έφερε τη χώρα στο χείλος της εξόδου από το ευρώ και της οικονομικής κατάρρευσης, σύμφωνα με τους FT. «Κι όμως, μέσα σε λίγες μόνο ημέρες, ο Τσίπρας έκανε πίσω και ο Βαρουφάκης παραιτήθηκε», αναφέρεται.

Η «κωλοτούμπα» Τσίπρα

«Η “κωλοτούμπα” του Τσίπρα ήταν ένα κοστοβόρο στοίχημα που καθυστέρησε την ανάκαμψη της οικονομίας και κατέστρεψε την αξιοπιστία της κυβέρνησης απέναντι στους Ευρωπαίους εταίρους της. Όμως, αποτέλεσε και την απαρχή μιας νέας εποχής συμμόρφωσης της Ελλάδας προς τις απαιτήσεις των μνημονίων και έβαλε τα θεμέλια για την ανάκαμψη», γράφουν οι FT.

Στα δέκα χρόνια που ακολούθησαν, η Ελλάδα κατάφερε μια εντυπωσιακή επάνοδο, αναφέρει το δημοσίευμα, βγήκε από τα προγράμματα διάσωσης, διατήρησε τη δημοσιονομική πειθαρχία και ξεπέρασε οικονομικά πλουσιότερες χώρες.

«Ουσιαστικά χάσαμε το 25% του ΑΕΠ μας και φτάσαμε πολύ κοντά στο να διαχειριστούμε μια πλήρη κοινωνική κατάρρευση, αν αναγκαζόμασταν να φύγουμε από την Ευρωζώνη», λέει ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, στους FT. «Αλλά νομίζω πως αυτό δείχνει και την ανθεκτικότητα της ελληνικής κοινωνίας και του πολιτικού μας συστήματος, ότι καταφέραμε να ανακάμψουμε», σημειώνει ο πρωθυπουργος.

«Οι δύσκολες μεταρρυθμίσεις που υιοθέτησε τελικά η Ελλάδα μετά την κρίση άλλαξαν την τύχη της. Το φλερτ με την καταστροφή άλλαξε ριζικά και την ίδια την Ευρωζώνη, ωθώντας τη να ενισχύσει το εύθραυστο κοινό της νόμισμα με νέα εργαλεία και θεσμούς. Ωστόσο, παραμένουν πολλά να γίνουν. Μια δεκαετία μετά την κορύφωση της κρίσης, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας εξακολουθεί να ανέρχεται μόλις στο 70% του μέσου όρου της ΕΕ και τα προβλήματα παραγωγικότητας παραμένουν οξέα. Εντωμεταξύ, η ΕΕ εξακολουθεί να στερείται μιας κατάλληλης τραπεζικής ένωσης και ενός προϋπολογισμού αρκετά μεγάλου για να απορροφήσει τους οικονομικούς κραδασμούς», συνεχίζει το δημοσίευμα των FT.

«Η Ελλάδα έχει προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις, αλλά δεν έχει μετασχηματιστεί. Το ίδιο ισχύει και για την ευρωζώνη. Μπορούμε πλέον να αντιμετωπίσουμε τα γνωστά άγνωστα, αλλά εξακολουθούμε να είμαστε πολύ κολλημένοι στα μικρά εθνικά μας κουτιά», δηλώνει ο Τόμας Βίζερ, πρώην υψηλόβαθμος Ευρωπαίος αξιωματούχος.

«Αποκλεισμένη από τις αγορές το 2010, μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, η Ελλάδα μετατράπηκε γρήγορα στον πιο αδύναμο κρίκο της Ευρωζώνης. Η χώρα είχε διαρθρωτικές αδυναμίες και είχε υποτιμήσει σε τεράστιο βαθμό το πραγματικό ύψος του δημοσιονομικού της ελλείμματος, το οποίο το 2009 ξεπερνούσε πάνω από πέντε φορές το όριο του 3% που είχε θέσει η ΕΕ», συνεχίζει το δημοσίευμα.

«Η πραγματική αιτία της κρίσης το 2009 και το 2010 ήταν η παραποίηση των αριθμών», λέει ο Μάρκο Μπούτι, πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος της Διεύθυνσης Οικονομικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. «Αυτό οδήγησε στην ιδέα του “ηθικού κινδύνου”, που στιγμάτισε ολόκληρη την κρίση. Αυτό σήμαινε ότι σε κάποια κοινοβούλια της ΕΕ υπήρχε η απαίτηση “να πληρώσει η Ελλάδα ένα βαρύ τίμημα“», λέει ο ίδιος.

«Η Ελλάδα δεν κατάφερε να τακτοποιήσει τα οικονομικά της και χρειάστηκε τρία διεθνή πακέτα διάσωσης μέσα σε οκτώ χρόνια για να παραμείνει ζωντανή, εφαρμόζοντας επανειλημμένους γύρους σκληρής λιτότητας, ενώ ταυτόχρονα αντιμετώπιζε πολιτική αστάθεια και κοινωνικές αναταραχές», αναφέρουν οι FT.

Τα «σοβαρά λάθη»

«Η πορεία προς την ανάκαμψη ξεκίνησε με σοβαρά λάθη. Το πρώτο πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας, που ξεκίνησε βιαστικά το 2010, βασίστηκε περισσότερο στην ανάγκη για ταχύτητα παρά για ακρίβεια. Βασίστηκε στα πρότυπα παρεμβάσεων του ΔΝΤ σε χώρες της Λατινικής Αμερικής και της υποσαχάριας Αφρικής, απαιτούσε περικοπές χρηματοδότησης, αλλά δεν έλαβε υπόψη του τους περιορισμούς που έχει μια χώρα εντός μιας νομισματικής ένωσης, χωρίς δική της συναλλαγματική ισοτιμία ή νομισματική πολιτική», επισημαίνει το δημοσίευμα.

Πλέον αναγνωρίζεται ευρέως -τόσο από Έλληνες όσο και από Ευρωπαίους και αξιωματούχους του ΔΝΤ- ότι το σχέδιο ήταν θεμελιωδώς εσφαλμένο στον σχεδιασμό και την εφαρμογή του. Το πρώτο πρόγραμμα διάσωσης ειδικά «επέβαλε έναν πολύ σκληρό δημοσιονομικό περιορισμό, με μη ρεαλιστικούς στόχους και έριξε όλο το βάρος της προσαρμογής στην Ελλάδα», λέει ο Γιώργος Χουλιαράκης, πρώην υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Τσίπρα.

«Η οικονομία κατέρρευσε, συρρικνούμενη κατά 26% μεταξύ 2008 και 2013. Η ανεργία εκτοξεύθηκε στο 28%», αναφέρεται στο δημοσίευμα.

Σύμφωνα με τους FT, «η ανάπτυξη είχε επιστρέψει όταν ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, ανέλαβε την εξουσία το 2015, υποσχόμενος να σκίσει τη συμφωνία της Ελλάδας με τους πιστωτές της. Η στάση του βρήκε απήχηση στους κουρασμένους Έλληνες, που έβλεπαν το πραγματικό τους εισόδημα να μειώνεται επί σειρά ετών. Με το ρολόι να μετρά αντίστροφα για τη λήξη του δεύτερου προγράμματος διάσωσης, η Αθήνα μπήκε σε μια αναμέτρηση με τους πιστωτές της, που θα διαρκούσε επτά μήνες».

«Δεν υπήρχε ποτέ διάθεση για συμβιβασμό»

«Ο Βαρουφάκης και άλλοι ριζοσπάστες στον ΣΥΡΙΖΑ πίστευαν ότι ο κίνδυνος ενός Grexit για την υπόλοιπη Ευρωζώνη τούς έδινε διαπραγματευτικό πλεονέκτημα ώστε να εξασφαλίσουν νέα χρηματοδότηση με καλύτερους όρους. Όμως ο Βαρουφάκης έχασε γρήγορα την εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων ομολόγων του», συνεχίζει το δημοσίευμα.

«Δεν ήταν ποτέ σε διαπραγματευτική διάθεση», λέει ο πρώην Επίτροπος της ΕΕ, Πιερ Μοσκοβισί. «Δεν βρισκόταν ποτέ σε διάθεση συμβιβασμού. Έδινε συνεχώς μαθήματα, με μια σχεδόν ναρκισσιστική προσέγγιση… Ήταν ένας καταστροφικός υπουργός Οικονομικών», προσθέτει.

Το δημοσίευμα αναφέρει πως ο Βαρουφάκης και ο Τσίπρας αρνήθηκαν να δώσουν συνέντευξη.
Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος λέει: «Θα ήταν πολύ δύσκολο να φτάσεις σε έναν συμβιβασμό με μια γερή δόση λιτότητας χωρίς δημοψήφισμα».

Ο Τσακαλώτος λέει ότι η συμφωνία -το τρίτο μνημόνιο– που τελικά έκλεισε με τους πιστωτές μαζί με τον Τσίπρα ήταν «αναμφίβολα καλύτερη», καθώς οι δημοσιονομικοί στόχοι ήταν λιγότερο αυστηροί.
Πολλοί άλλοι Έλληνες και Ευρωπαίοι αξιωματούχοι διαφωνούν έντονα, όπως αναφέρουν οι FT, υποστηρίζοντας ότι η κυβέρνηση Τσίπρα πέτυχε μόνο μικρές παραχωρήσεις, αλλά με τεράστιο κόστος, αφού η πολιτική της διαρκούς αντιπαράθεσης διέλυσε την εμπιστοσύνη που είχε αρχίσει να ανακτά η οικονομία.

Μάλιστα, αναφέρεται πως ο Γιάννης Στουρνάρας έχει υπολογίσει το κόστος της «αποκαλούμενης διαπραγμάτευσης Βαρουφάκη» στα 85 δισ. ευρώ σε τρέχουσα αξία, με βάση την επιδείνωση της προβλεπόμενης πορείας του ελληνικού χρέους σύμφωνα με το ΔΝΤ, μεταξύ τέλους του 2014 και μέσων του 2015.

Τότε, οι τράπεζες της χώρας έκλεισαν και επιβλήθηκαν capital controls και η οικονομία ξαναβυθίστηκε σε ύφεση.

Ταυτόχρονα, ένα κύμα νέων, μορφωμένων και ιδιαίτερα καταρτισμένων Ελλήνων εγκατέλειπε τη χώρα αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον στο εξωτερικό.

Κι όμως, στα τέσσερα χρόνια που ακολούθησαν, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ υπό τον Τσίπρα «εφάρμοσε με συνέπεια τους όρους του τρίτου μνημονίου. Έπρεπε να “ξεπεράσει τις προσδοκίες” για να πείσει τους επενδυτές ότι οι ζοφερές προβλέψεις του ΔΝΤ ήταν λανθασμένες», λέει ο Γιώργος Χουλιαράκης, σύμφωνα με τους FT.

Η ανάκαμψη

«Μετά την επιστροφή της Νέας Δημοκρατίας στην εξουσία το 2019, η ανάπτυξη επιταχύνθηκε, οδηγώντας τη χώρα σε μια εντυπωσιακή δημοσιονομική ανάκαμψη. Η Ελλάδα έχει πλέον πρωτογενές πλεόνασμα 4,8%, ενώ το δημόσιο χρέος μειώνεται ραγδαία – όχι μόνο λόγω του πληθωρισμού, αλλά και χάρη στις πρόωρες αποπληρωμές», αναφέρουν οι FT.

«Μιλάμε για μια οικονομία διαφορετική από αυτή που κληρονομήσαμε το 2019 όσον αφορά τη δημοσιονομική της υγεία και την ανταγωνιστικότητά της. Πολλά μένουν ακόμη να γίνουν», τονίζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Το δημοσίευμα αναφέρει πως η ΝΔ πέτυχε στην «εξάλειψη της γραφειοκρατίας ψηφιοποιώντας τμήματα του δημόσιου τομέα», αλλά και στον περιορισμό της φοροδιαφυγής, την εξυγίανση των τραπεζών και την αναμόρφωση της ΔΕΗ.

Οι Financial Times αναφέρουν επίσης ότι η αύξηση του ΑΕΠ της Ελλάδας ξεπέρασε πρόσφατα αυτή των πλουσιότερων ευρωπαϊκών χωρών. «Οι εξαγωγές ως ποσοστό του ΑΕΠ έχουν διπλασιαστεί από το 2008».

«Ωστόσο, παρόλο που οι επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ έχουν αυξηθεί στο 15%, εξακολουθούν να υπολείπονται σημαντικά του μέσου όρου της ΕΕ, που είναι περίπου 20%».

Ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Σπύρος Θεοδωρόπουλος, σημειώνει ότι η Ελλάδα έχει καθαρό επενδυτικό έλλειμμα άνω των 100 δισ. ευρώ – κληρονομιά από χρόνια υποεπενδύσεων και υποτίμησης του κεφαλαίου. «Χάσαμε μια δεκαετία παραγωγικών επενδύσεων», λέει.

«Η μέση ωριαία παραγωγικότητα είναι λιγότερο από το μισό του μέσου όρου της ΕΕ, ένα στοιχείο που ενισχύει τις ευρύτερες ανησυχίες για την ανταγωνιστικότητα και τη στασιμότητα των μισθών. Η χώρα εξακολουθεί να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τομείς όπως ο τουρισμός και τα ακίνητα – ένα συγκριτικό πλεονέκτημα για την ηλιόλουστη Ελλάδα, αλλά όχι απαραίτητα ευνοϊκό για τη δημιουργία μακροπρόθεσμης αξίας», αναφέρεται στο δημοσίευμα.

«Η κυβέρνηση αυτή έπρεπε να λύσει τα διαχρονικά προβλήματα που αντιμετώπιζε η χώρα σε οικονομικό, πολιτικό και θεσμικό επίπεδο, όλα τα ζητήματα που συζητούνταν εδώ και δεκαετίες», λέει ο υπουργός Οικονομικών, Κυριάκος Πιερρακάκης. «Από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση εκλέγεται και πρέπει να αντιμετωπίσει όλες τις προκλήσεις και τις κρίσεις που έχουν προκύψει τα τελευταία έξι χρόνια», προσθέτει.

«Για τον Χουλιαράκη η επιστροφή στην προ της κρίσης ευημερία εξακολουθεί να είναι ένας μακρινός στόχος, παρά τα στοιχεία ανάπτυξης που παρουσιάζει σήμερα η Ελλάδα. Η χώρα μπορεί να υπερτερεί των ομολόγων της, αλλά η ζημιά που προκλήθηκε κατά τη διάρκεια των ετών της κρίσης ήταν τόσο βαθιά, που η σύγκλιση θα απαιτήσει μια γενιά συνεχούς υπεραπόδοσης», αναφέρει το δημοσίευμα. Ο Χουλιαράκης λέει ότι «θα πρέπει να αναπτυχθούμε κατά 1% περισσότερο από την υπόλοιπη ΕΕ για άλλα 15 χρόνια για να φτάσουμε στο επίπεδο του 2007».

«Η κρίση της Ελλάδας άφησε πίσω της μια διαφορετική χώρα, αλλά μεταμόρφωσε και την ΕΕ, αν και μετά από μια ασταθή αρχή. Καθώς η κρίση εξαπλώθηκε στην Ιρλανδία, την Πορτογαλία, την Ισπανία και την Κύπρο και απειλούσε την υπόλοιπη ευρωζώνη, η Ένωση συμφώνησε τελικά να δημιουργήσει το δικό της μόνιμο ταμείο διάσωσης, το οποίο έγινε ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας. Θέσπισε ένα νέο σύστημα για την εκκαθάριση των χρεοκοπημένων τραπεζών. Και η ΕΚΤ έγινε ο δανειστής έσχατης ανάγκης με την ιστορική δέσμευση του προέδρου Ντράγκι να “κάνει ό,τι χρειαστεί” για να σώσει το ευρώ», αναφέρεται.

«Λόγω της Ελλάδας, η Ευρώπη άλλαξε. Η Ελλάδα ήταν η μαία της ιστορίας», λέει ο Γιάννης Στουρνάρας.

Όταν ξέσπασε η πανδημία το 2020, η κληρονομιά των διασωτικών πακέτων της Ελλάδας υπογράμμισε την ανάγκη για αλληλεγγύη της ΕΕ και ένα ταμείο ανάκαμψης ύψους 800 δισ. ευρώ. Ένας ανώτερος αξιωματούχος της ΕΕ λέει ότι το μοντέλο του ταμείου ανάκαμψης από την πανδημία, που προβλέπει επενδύσεις σε αντάλλαγμα για μεταρρυθμίσεις που προτείνονται από τις εθνικές πρωτεύουσες, διαμορφώθηκε με βάση τα διδάγματα από την Ελλάδα.

Ωστόσο, η ευρωζώνη εξακολουθεί να μην διαθέτει σημαντικό προϋπολογισμό ή μόνιμο ταμείο για την αντιμετώπιση των κλυδωνισμών. Οι κινήσεις για τη δημιουργία μιας τραπεζικής ένωσης, συμπεριλαμβανομένου ενός πανευρωπαϊκού συστήματος εγγύησης καταθέσεων για τη μείωση του κινδύνου οι πληγείσες τράπεζες να οδηγήσουν σε κατάρρευση τις υπερχρεωμένες κυβερνήσεις και αντίστροφα, έχουν κολλήσει.

«Το ΔΝΤ και η ΕΕ έμαθαν από αυτή την εμπειρία. Η Ελλάδα ανάγκασε την Ευρωζώνη να εξελιχθεί», λέει ο Στουρνάρας. «Αλλά εμείς πληρώσαμε το τίμημα – οδυνηρά και δημόσια».

Συνοπτικά

  • Η Ελλάδα κατάφερε να ανακάμψει από την οικονομική κρίση του 2015 μέσω σημαντικών μεταρρυθμίσεων και συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις των μνημονίων.
  • Η πολιτική του Αλέξη Τσίπρα και του Γιάνη Βαρουφάκη αρχικά έφερε τη χώρα κοντά στην έξοδο από την Ευρωζώνη, αλλά η κωλοτούμπα τους οδήγησε σε μια νέα εποχή συμμόρφωσης.
  • Παρά την οικονομική επάνοδο και την αύξηση του ΑΕΠ, η Ελλάδα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προκλήσεις, όπως η χαμηλή παραγωγικότητα και το επενδυτικό έλλειμμα.
  • Η κρίση της Ελλάδας οδήγησε σε θεσμικές αλλαγές στην Ευρωζώνη, που ενίσχυσαν την νομισματική ένωση, αν και οι προκλήσεις παραμένουν.

Σχολίασε εδώ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Η Intersel αποκτά την Upstream