Η επιστροφή της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα έχει πυροδοτήσει μια σημαντική αύξηση της ζήτησης για ελληνικά μετοχές και ομόλογα από διεθνείς επενδυτές, με επενδυτικές θέσεις να ενισχύονται κατά 11 δισ. ευρώ σε μετοχές και 5,5 δισ. ευρώ σε ομόλογα την τελευταία διετία.
Οι εισροές κεφαλαίων πριν την αναβάθμιση ανήλθαν σε 5 δισ. ευρώ, ενώ το 2024 καταγράφηκαν προσφορές που πλησίασαν τα 120 δισ. ευρώ.
Η αναβάθμιση έχει συμβάλει στη μείωση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων και έχει δημιουργήσει μια νέα γενιά επενδυτών που ενδιαφέρονται για τα ελληνικά assets. Στο χρηματιστήριο, η δραστηριότητα έχει ενισχυθεί, με αύξηση του ημερήσιου όγκου συναλλαγών κατά 35% και συνολικά κέρδη πάνω από 70% από τον Απρίλιο του 2023.
Διαβάστε αναλυτικά
Η «δίψα» των διεθνών επενδυτών για τα ελληνικά στοιχεία ενεργητικού (assets) αυξήθηκε κατακόρυφα μετά και την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας.
Κάτι που αποτυπώνεται και στη σημαντική ενίσχυση της ζήτησης ελληνικών αξιογράφων εκ μέρους διεθνών επενδυτών, η οποία έχει οδηγήσει σε αύξηση των επενδυτικών θέσεων σε ελληνικές μετοχές κατά 11 δισ. και κατά 5,5 δισ. σε ελληνικά ομόλογα την τελευταία διετία, σύμφωνα με στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος.
Θα πρέπει να σημειώσουμε και τις εισροές ύψους 5 δισ. ευρώ (2,9 δισ. σε μετοχές και 2,1 δισ. σε ομόλογα), σύμφωνα με την ΤτΕ πριν την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας, από το δ΄ 3μηνο του 2022 έως και το γ’ 3μηνο του 2023 .
Ενδεικτικό της ζήτησης είναι και το γεγονός ότι μόνο το 2024 υπήρξαν μεγάλες προσφορές για ελληνικά assets, που προσέγγισαν τα 120 δισ. ευρώ.
Την ίδια ώρα, όπως παρατηρούν παράγοντες της αγοράς, μία νέα γενιά επενδυτών περισσότερων “ποιοτικών” και μακροπρόθεσμων, δημιουργείται για τα ελληνικά assets, μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Ο τίτλος investment grade επιτρέπει σε ένα πολύ μεγαλύτερο κοινό επενδυτών να επενδύσει σε περιουσιακά στοιχεία της Ελλάδας.
Ομόλογα
Οι πιστοληπτικές αξιολογήσεις διαδραματίζουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση των τοποθετήσεων από μεγάλους διεθνείς επενδυτές. Έτσι, η ζήτηση ελληνικών κρατικών ομολόγων εκ μέρους διεθνών επενδυτών έχει ενισχυθεί, ήδη αφότου διαφάνηκε η προοπτική αναβάθμισης της ελληνικής οικονομίας στην επενδυτική κατηγορία, με αποτέλεσμα τη μεγάλη αύξηση των επενδυτικών θέσεων σε ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου .
Ειδικότερα, με βάση τα στοιχεία της Διεθνούς Επενδυτικής Θέσης, από το α΄ τρίμηνο του 2023, δηλ. λίγο πριν την πρώτη αναβάθμιση στη επενδυτική κατηγορία, έως το δ΄ τρίμηνο του 2024, οι θέσεις διεθνών επενδυτών σε ελληνικά κρατικά ομόλογα έχουν αυξηθεί κατά 5,5 δισ. ευρώ, σύμφωνα με την ΤτΕ
Οι αναβαθμίσεις, καθώς αυξάνουν τη ζήτηση ελληνικών τίτλων, ασκούν μειωτική επίδραση στις αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων, μέσω της μείωσης της συνιστώσας πιστωτικού κινδύνου των ελληνικών ομολόγων.
Αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι οι διαφορές αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων έναντι άλλων κρατικών ομολόγων της ευρωζώνης έχουν περιοριστεί και βρίσκονται σε επίπεδα συγκρίσιμα με εκείνα προ της κρίσης χρέους.
Συγκεκριμένα, η διαφορά αποδόσεων (spread) του ελληνικού 10ετούς ομολόγου έναντι του αντίστοιχου γερμανικού τίτλου ήταν 73 μ.β. στις 5.6.2025, περίπου 125 μ.β. χαμηλότερη σε σχέση με το μέσο επίπεδό της το α΄ τρίμηνο του 2023, δηλ. πριν από τη διαμόρφωση προσδοκιών για επικείμενη αναβάθμιση στην επενδυτική κατηγορία. Επίσης, οι αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων συνεχίζουν να είναι μειωμένες και έναντι άλλων ομολόγων της ευρωζώνης με συγκρίσιμη πιστοληπτική αξιολόγηση, όπως τα ιταλικά κρατικά ομόλογα.
Η ρευστότητα στη δευτερογενή αγορά ομολόγων του ΕΔ παρουσιάζεται αυξημένη για το 2025, σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024. Συγκεκριμένα, τους πέντε πρώτους μήνες του 2025 η μέση ημερήσια αξία συναλλαγών στην Ηλεκτρονική Δευτερογενή Αγορά Τίτλων (ΗΔΑΤ) διαμορφώθηκε σε 187,3 εκατ. ευρώ μεσοσταθμικά, έναντι 80,2 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2024.
Τέλος, στο Σύστημα ‘Αυλων Τίτλων (ΣΑΤ), μέσω του οποίου διακανονίζονται τόσο εγχώριες όσο και διεθνείς συναλλαγές σε ομόλογα του ΕΔ, η μέση ημερήσια αξία αγοραπωλησιών τους πέντε πρώτους μήνες του 2025 διαμορφώθηκε σε 756 εκατ., ενώ το αντίστοιχο διάστημα του 2024 η μέση ημερήσια αξία αγοραπωλησιών ήταν 557 εκατ. αντίστοιχα.
Χρηματιστήριο
Η σημαντική ενίσχυση της ζήτησης ελληνικών αξιογράφων εκ μέρους διεθνών επενδυτών έχει οδηγήσει σε αύξηση των επενδυτικών θέσεων σε ελληνικές μετοχές κατά 11 διs. ευρώ από το α΄ τρίμηνο του 2023, σύμφωνα με τα στοιχεία της Διεθνούς Επενδυτικής Θέσης, διευκολύνοντας μεταξύ άλλων τη χρηματοδότηση ελληνικών εταιριών μέσω του χρηματιστηρίου. Έτσι, από τις αρχές του 2025 καταγράφηκαν τρεις εισαγωγές και τρεις διαγραφές στην κύρια αγορά του Χρηματιστηρίου Αθηνών, ενώ πραγματοποιήθηκε μεγαλύτερο ύψος αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου από εισηγμένες εταιρίες του μη χρηματοπιστωτικού τομέα. Συμπεριλαμβανομένων των νέων εισαγωγών, το συνολικό ύψος των κεφαλαίων που αντλήθηκαν το διάστημα Ιανουαρίου-Μαΐου 2025 ήταν 531,4 εκατ. ευρώ, έναντι 240,8 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2024.
H συναλλακτική δραστηριότητα στο Χρηματιστήριο Αθηνών (μέσος ημερήσιος όγκος συναλλαγών) ανήλθε σε 196 εκατ. ευρώ από τις αρχές του 2025, ενισχυμένη κατά 35% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024.
Η χρηματιστηριακή αγορά από τον Απρίλιο του 2023, που σύμφωνα με την ΤτΕ ουσιαστικά άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, καταγράφει κέρδη πάνω από 70%.
Σύμφωνα με χρηματιστηριακούς αναλυτές η προεξόφληση της επενδυτικής βαθμίδας άρχισε από τα χαμηλά του Σεπτεμβρίου – Οκτωβρίου 2022, έχοντας δώσει μία άνοδο άνω του 130% στον βασικό χρηματιστηριακό δείκτη.
Συνοπτικά
- Η επιστροφή της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα έχει οδηγήσει σε αύξηση 11 δισ. ευρώ σε μετοχές και 5,5 δισ. ευρώ σε ομόλογα από διεθνείς επενδυτές.
- Οι εισροές κεφαλαίων πριν την αναβάθμιση ανήλθαν σε 5 δισ. ευρώ, με προσφορές που πλησίασαν τα 120 δισ. ευρώ το 2024.
- Η ζήτηση για ελληνικά ομόλογα έχει αυξηθεί, μειώνοντας τις αποδόσεις και περιορίζοντας τις διαφορές τους με άλλα ομόλογα της ευρωζώνης.
- Η δραστηριότητα στο Χρηματιστήριο Αθηνών έχει ενισχυθεί σημαντικά, με κέρδη άνω του 70% από τον Απρίλιο του 2023 και αύξηση του ημερήσιου όγκου συναλλαγών κατά 35%.