Ο Αρχιμανδρίτης Νεόφυτος Μάνδαλος, εφημέριος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, προτείνει μια νέα προοπτική σχετικά με την αποτέφρωση, υπογραμμίζοντας πως δεν υπάρχει θεολογικό εμπόδιο που να την καθιστά αδιανόητη.
Επικαλούμενος προσωπική εμπειρία, αναφέρει ότι η αποτέφρωση μπορεί να προσφέρει έναν αξιοπρεπή και πολιτισμένο τρόπο διάθεσης του σώματος, σε αντίθεση με τις συνθήκες που επικρατούν σε κορεσμένα κοιμητήρια.
Παρά τις επιφυλάξεις της Εκκλησίας της Ελλάδος, άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες δεν έχουν εκδώσει απαγορευτικές αποφάσεις, δείχνοντας πως η εκκλησιαστική παράδοση μπορεί να προσαρμόζεται στις σύγχρονες ανάγκες των πιστών, χωρίς να χάνει τον πυρήνα της πίστης και της αγάπης.
Διαβάστε αναλυτικά
Η αποτέφρωση παραμένει ένα θέμα που συχνά προκαλεί αντιπαραθέσεις, ωστόσο ένας ιερωμένος της Ορθόδοξης Εκκλησίας έρχεται να φωτίσει μια διαφορετική οπτική, βασισμένη σε προσωπική του εμπειρία. Ο λόγος για τον Αρχιμανδρίτη Νεόφυτο Μάνδαλο, εφημέριο του Ι. Παρεκκλησίου Αγίας Κυριακής στο Αττικό Άλσος, ο οποίος σε άρθρο του στο arxon.gr τονίζει πως η Εκκλησία δεν θεωρεί την αποτέφρωση αδιανόητη.
Όπως αναφέρει ο ίδιος: «η Εκκλησία δεν υψώνει τείχη, αλλά χτίζει γέφυρες και ανοίγει πόρτες. Στον πυρήνα της πίστης μας βρίσκεται η αγάπη και ο σεβασμός προς την ελευθερία του ανθρώπου». Επισημαίνει επίσης ότι «έχει διαπιστωθεί σε παγχριστιανικό και πανορθόδοξο επίπεδο, δεν υφίσταται θεολογικό, δογματικό ή ανθρωπολογικό ζήτημα που να καθιστά την αποτέφρωση αδιανόητη για την Εκκλησία. Η πίστη μας στην Ανάσταση των Νεκρών δεν στηρίζεται στη διατήρηση των υλικών λειψάνων, αλλά στην παντοδυναμία του Θεού, ο οποίος «ἐκ γῆς» ανασταίνει τον άνθρωπο ολόκληρο, ανεξάρτητα από την κατάσταση του σώματος. Η Ορθόδοξη Θεολογία ποτέ δεν δίδαξε ότι η Χάρις του Θεού περιορίζεται από φυσικούς όρους ή από τη χημική σύσταση του σώματος».
Ο Αρχιμανδρίτης υπογραμμίζει ότι σε αντίθεση με την Εκκλησία της Ελλάδος ή της Κύπρου, πολλές Ορθόδοξες Εκκλησίες, όπως της Βουλγαρίας, της Ρουμανίας και της Σερβίας, καθώς και οι Αρχιεπισκοπές και Μητροπόλεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου, δεν έχουν εκδώσει αντίστοιχες απαγορευτικές αποφάσεις για την αποτέφρωση.
Το άρθρου του Αρχιμανδρίτη Νεοφύτου Μάνδαλου
Πρόσφατα βρέθηκα στο Αποτεφρωτήριο της Ριτσώνας, το μοναδικό μέχρι στιγμής στην Ελλάδα, για να αποχαιρετήσω έναν αγαπημένο φίλο, ο οποίος είχε εκφράσει ξεκάθαρα την επιθυμία του να αποτεφρωθεί. Η εμπειρία αυτή υπήρξε για μένα βαθιά συγκινητική, συνάμα και αποκαλυπτική: ένας χώρος καθαρός, αξιοπρεπής, με σεβασμό προς τον άνθρωπο και τις επιθυμίες του. Ο αποχαιρετισμός έγινε σε κλίμα ηρεμίας, προσευχής, πολιτισμού και ανθρωπιάς, μακριά από τις σκληρές εικόνες που δυστυχώς συναντούμε σε πολλά κοιμητήρια των μεγαλουπόλεων, με κορεσμένα χώματα, βεβιασμένες εκταφές και εικόνες που συχνά εξευτελίζουν το ανθρώπινο πρόσωπο. Όλα αυτά βέβαια υπό την σκιά των επιφυλάξεων που εξέφρασε επισήμως, πιθανόν κατόπιν πιέσεων από συντηριτικούς και αντιδραστικούς κύκλους, η Εκκλησία της Ελλάδος.
Η Εκκλησία, είναι αλήθεια, πάντοτε υπήρξε φορέας πολιτισμού. Από τις τέχνες και τα γράμματα μέχρι την ιατρική και την παιδεία, η χριστιανική παράδοση δεν έκλεινε ποτέ τις πόρτες στον άνθρωπο και τις ανάγκες του. Αντίθετα, υπήρξε «μπροστάρης», πρωτοπόρος στην εξέλιξη, την πρόοδο και τον σεβασμό στην ελευθερία και την ιδιοπροσωπία. Γι’ αυτό και η άρνηση εκπλήρωσης της τελευταίας επιθυμίας του κεκοιμημένου, όπως εύστοχα έχει παρατηρήσει ο πρόεδρος της Ελληνικής Κοινωνίας Αποτέφρωσης Αντώνης Αλακιώτης, δεν μπορεί παρά να νοηθεί ως «άρνηση πολιτισμού». Η Εκκλησία δεν υψώνει τείχη, αλλά χτίζει γέφυρες και ανοίγει πόρτες. Στον πυρήνα της πίστης μας βρίσκεται η αγάπη και ο σεβασμός προς την ελευθερία του ανθρώπου.
Αξίζει εδώ να τονίσουμε ότι, όπως έχει διαπιστωθεί σε παγχριστιανικό και πανορθόδοξο επίπεδο, δεν υφίσταται θεολογικό, δογματικό ή ανθρωπολογικό ζήτημα που να καθιστά την αποτέφρωση αδιανόητη για την Εκκλησία. Η πίστη μας στην Ανάσταση των Νεκρών δεν στηρίζεται στη διατήρηση των υλικών λειψάνων, αλλά στην παντοδυναμία του Θεού, ο οποίος «ἐκ γῆς» ανασταίνει τον άνθρωπο ολόκληρο, ανεξάρτητα από την κατάσταση του σώματος. Η Ορθόδοξη Θεολογία ποτέ δεν δίδαξε ότι η Χάρις του Θεού περιορίζεται από φυσικούς όρους ή από τη χημική σύσταση του σώματος.
Γι’ αυτό και πολλές Ορθόδοξες Εκκλησίες, όπως της Βουλγαρίας, της Ρουμανίας ή της Σερβίας, καθώς και οι Αρχιεπισκοπές και Μητροπόλεις του Οικουμενικού μας Πατριαρχείου, δεν έχουν εκδώσει αντίστοιχες με την Εκκλησία της Ελλάδος ή της Κύπρου απαγορευτικές αποφάσεις. Δεν αρνούνται την τέλεση εξοδίου ακολουθίας για όσους επιλέγουν την αποτέφρωση. Η εκκλησιαστική παράδοση δεν είναι στατική· αναπνέει, διαλέγεται με τις ανάγκες των πιστών, παραμένει ζωντανή και ποιμαντικά ευαίσθητη.
Σήμερα όμως, στις μεγάλες πόλεις, ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια πραγματικότητα που δεν μπορούμε να αγνοούμε: ταφές σε κορεσμένα κοιμητήρια, εκταφές που σοκάρουν τις οικογένειες, διαδικασίες που, αντί να συμβάλλουν στη διαχείριση του πένθους, δημιουργούν πρόσθετο ψυχολογικό βάρος και αδιέξοδο, εικόνες ντροπής που δεν συνάδουν ούτε με τον σεβασμό προς τον άνθρωπο, την «εικόνα του Θεοῦ», ούτε με την ιερότητα της ζωής. Η αποτέφρωση, αντιθέτως, προσφέρει έναν αξιοπρεπή, υγιεινό και πολιτισμένο τρόπο διάθεσης του σώματος, τιμώντας τόσο την επιθυμία του ανθρώπου, όσο και την ανάγκη της κοινωνίας για σεβασμό, καθαρότητα και τάξη.
Δεν μιλάμε για απόρριψη της παράδοσης, αλλά για ποιμαντική διάκριση. Για μια Εκκλησία που ακούει τον άνθρωπο, που κατανοεί την εποχή του, που δεν γίνεται ουραγός των εξελίξεων, που συνοδοιπορεί και δεν καταδικάζει. Άλλωστε, το Ευαγγέλιο της Αγάπης δεν καλεί την Εκκλησία να απομονώνεται, αλλά να οικοδομεί πολιτισμό, να γεφυρώνει αποστάσεις, να στέκεται μητέρα και οδηγός στον κάθε άνθρωπο, ακόμη και στην ώρα του θανάτου του.
Ίσως, λοιπόν, ήρθε η στιγμή να ξανασκεφτούμε τη στάση μας. Όχι για να παραβλέψουμε την πίστη μας, αλλά για να σταθούμε δίπλα στον άνθρωπο με ανοιχτή καρδιά και πνεύμα σεβασμού. Γιατί η Εκκλησία που υψώνει τείχη χάνει την ευκαιρία να αγκαλιάσει, ενώ η Εκκλησία που χτίζει γέφυρες γίνεται σημείο αγάπης και ελπίδας στον κόσμο. Δεν προσποιείται το χθες, αλλά, ζει στο σήμερα και είναι έτοιμη να υποδεχθεί με αξιοπρέπεια το αύριο.