ΔΗΜΟΦΙΛΗ

«Η Κυριακή ήταν σαν άγγελος – Την φθονούσε έντονα»: Συγκλονίζουν οι αφηγήσεις του πατριού και της αδερφής της

Οι συγκλονιστικές καταθέσεις στο δικαστήριο αποκαλύπτουν την αγάπη και τη ζήλια που περιέβαλλαν την Κυριακή, φωτίζοντας τις συνθήκες της τραγικής της δολοφονίας.

«Η Κυριακή ήταν άγγελος κανονικός, καταπληκτικό, φοβερό παιδί…». Με τα λόγια αυτά περιέγραψε την Κυριακή Γρίβα ο πατριός της καταθέτοντας ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου στη δίκη για τη δολοφονία της την 1η Απριλίου του 2024, έξω από το Αστυνομικό Τμήμα των Αγίων Αναργύρων.

Ο μάρτυρας μιλώντας για την άτυχη Κυριακή είπε πως ήταν ένα άπειρο στις σχέσεις παιδί που παγιδεύτηκε από τον κατηγορούμενο τον οποίο «αγαπούσε πάρα πολύ».

«Ήταν ερωτευμένη, τελεία και παύλα. Η Κυριακή ήταν καλό παιδί, δοτικό. Δεν μπορώ να το καταλάβω, ήθελε μάλλον να είναι ο ήρωας του; Να τον βάλει στον ίσιο δρόμο;» ανέφερε χαρακτηριστικά σημειώνοντας πως όλοι στο περιβάλλον της είχαν εκφράσει διαφωνίες για τη σχέση τους.

«Όταν εγώ τον γνώρισα (σ.σ. τον κατηγορούμενο) είχα ενστάσεις λόγω του παρουσιαστικού του, δεν μου άρεσε το βλέμμα του. Δεν μου άρεσε η εικόνα του με τα σκουλαρίκια και όταν είδα και την Κυριακή με το σκουλαρίκι στο στόμα που δεν είχε βάλει ποτέ – νευρίασα πολύ… Της λέγαμε «τι θέλεις από αυτό τον άνθρωπο;»… Η Κυριακή δεν καταλάβαινε τίποτα, ότι και να της λέγαμε δεν άκουγε τίποτα, ήταν πολύ ερωτευμένη… Ήταν ικανή να πηδήξει από το μπαλκόνι, που λένε. Την είχε αποκόψει από όλους…» είπε και στη συνέχεια περίγραψε τον κατηγορούμενο λέγοντας:

«Ήταν απαράδεκτος, χειριστικότατος. Δεν την άφηνε να κάνει τίποτα… Δεν ήθελε να σηκώσει κεφάλι η Κυριακή».

Ο μάρτυρας ανέφερε πως ο κατηγορούμενος δεν άφησε να εργαστεί η Κυριακή σε παιδότοπο στον οποίο είχε κλείσει δουλειά αλλά ούτε και να δώσει εξετάσεις στη Σχολή Καλών Τεχνών, ενώ ήταν μια ταλαντούχα ζωγράφος.

«Ήθελε να την ξεκόψει από παντού, τη ζήλευε παρά πολύ… Ήταν πολύ χειριστικός, σήκω πάνω κάτσε κάτω, την είχε αποκλείσει από όλους, φοβόταν μην χάσει τα χρήματα της» είπε ενώ χαρακτήρισε τον κατηγορούμενο «αρχιτεμπέλη, ανεπρόκοπο και αχαΐρευτο».

«Φρόντιζε να δουλεύει 50 μέρες για να έχει την ασφάλεια του και μετά έπαιρνε τα χρήματα της Κυριακής… Την είχε κόψει από όλους, δεν είχε φίλους τίποτα… Δεν την άφηνε να κάνει τίποτα απολύτως και την ζήλευε υπερβολικά… Ήθελε να την ξεκόψει από παντού, τη ζήλευε παρά πολύ.»

Ο πατριός της Κυριακής κατέθεσε πως όταν η Κυριακή μετακόμισε με τον κατηγορούμενο άλλαξε ακόμη και η εμφάνιση της.

«Όταν μετακόμισε δεν την είδα ξανά ποτέ βαμμένη, περιποιημένη. Πάνε τα λεφτά της όλα… Της λέγαμε τι θέλεις από αυτό τον άνθρωπο; Είχαμε όλοι αντίρρηση για τη σχέση. Ήταν πολύ ερωτευμένη. Δεν άκουγε τίποτα, δεν έβλεπε τίποτα… Ήταν άπειρο παιδί, είχε μόνο δυο σχέσεις, η δεύτερη με το δολοφόνο της…» κατέθεσε.

«Αυτός δεν τα είχε 400 τα είχε 800»

Ο μάρτυρας εξέφρασε τη θέση ότι ο κατηγορούμενος δεν αντιμετώπιζε ψυχολογικά προβλήματα.

«Αυτός δεν τα είχε 400 τα είχε 800» ανέφερε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε:

«Δεν μου πέρασε ποτέ από το μυαλό, ούτε μια στο εκατομμύριο, ότι δεν ήταν καλά. Πάντα ευδιάθετος… ευγενικός… Είχε λύσει όλα του τα προβλήματα. Ήταν μια χαρά, πάντα μέσα στην καλή χαρά».

Μάλιστα, ο μάρτυρας κατέθεσε πως ήταν γνωστό στην οικογένεια πως ο κατηγορούμενος επεδίωκε, παίζοντας θέατρο, να βγάλει ισόβια σύνταξη επικαλούμενος ψυχιατρικά προβλήματα τα οποία, όπως είπε, δεν υπήρχαν.

«Προσπαθούσε να βγάλει για ψυχιατρικούς λόγους σύνταξη η οποία είναι ισόβια. Μου είχε πει να βρούμε κάποιον να πάρει χαρτί και του είχα πει «αυτό δεν γίνεται». Μπαινόβγαινε στα ψυχιατρεία για αυτό το λόγο. Πήγαινε και τον έδιωχναν αφού δεν είχε πρόβλημα» είπε.

Ο μάρτυρας δήλωσε μετανιωμένος γιατί δεν στάθηκε, όπως ανέφερε, περισσότερο στην Κυριακή.

«Τώρα μετανιώνω γιατί δεν ήμουν ο δεύτερος πατέρας της, όπως λέμε, κοντά της. Δεν μπορούσα να χωνέψω ότι αυτό το παιδί ήταν με αυτόν τον αληταρά. Ήταν απαράδεκτος, χειριστικότατος. Δεν την άφηνε να κάνει τίποτα…» ανέφερε ενώ μιλώντας για τη σύζυγο του και μητέρα της Κυριακής τόνισε πως χειρίστηκε την κατάσταση με λάθος τρόπο.

«Η μητέρα της έκανε λάθος, δεν είχε πει τίποτα. Μετά το θάνατο της Κυριακής έγινα έξαλλος, δεν μου είχε πει τίποτα… Θα του είχα βγάλει εγώ μόνιμη σύνταξη, πού θα ήμουν εγώ δεν ξέρω, μάλλον στη φυλακή» ανέφερε και επιχειρώντας να εξηγήσει για ποιο λόγο δεν εξομολογήθηκε στην οικογένεια τι περνούσε είπε:

«Τα έκρυβε από όλους. Να ήξερε ο πατέρας της τι περνάει; Θα τον είχε τσακίσει και εγώ μαζί… Δεν ήθελε να μας βάλει σε περιπέτεια. Ήταν τόσο καλό παιδί που δεν ήθελε να μας δημιουργήσει προβλήματα. Αυτό πιστεύω. Μακάρι να είχε μιλήσει και να είμαι εγώ στη φυλακή και το παιδί να ζούσε…».

«Την εκμεταλλευόταν, τη ζήλευε, δεν την άφηνε να αναπνεύσει»

Κακοποιητικός από την πρώτη περίοδο της σχέσης τους ήταν, σύμφωνα με την αδελφή της Κυριακής Γρίβα, ο κατηγορούμενος.

«Από τον πρώτο καιρό της γνωριμίας μου ήξερα πως δεν περνάει καλά, δεν ήταν ωραία η σχέση» ανέφερε η Αλεξάνδρα Γρίβα η οποία κατέθεσε πως είχε πολύ στενή σχέση με την αδελφή της μέχρι που ο κατηγορούμενος την «απομάκρυνε από όλους».

Ο κατηγορούμενος ήταν «τεμπέλης, χειριστικός, θρασύς… Ζήλευε παρά πολύ όλους τους ανθρώπους που ήταν κοντά της ακόμη και τους γονείς μας που ήταν το παιδί τους. Δημιουργούσε άγχος, στρες στο σπίτι» κατέθεσε η μάρτυρας και αναφέρθηκε σε δυο περιστατικά που η Κυριακή της ζήτησε μετά από καυγά να πάει να την πάρει από το εξοχικό αλλά και το σπίτι τους.

«Τον άκουσα να της λέει «αν φύγεις θα σε σκοτώσω» και μετά την μετάπεισε και μου είπε: «Να μην συνεχιστεί το θέμα, τα πράγματα θα γίνουν χειρότερα και θα σας γ@@@@@ όλους».

«Τον φοβόμουν, φοβόμουν μην κάνει κακό στην αδελφή μου. Αν έλεγα κάτι που τον ενοχλούσε θα ξεσπούσε την αδελφή μου» είπε και ανέφερε πως μιλούσε υποτιμητικά για την αδελφή της την οποία αποκαλούσε «π@@@@@@ και κ@@@@@α» γεγονός που, όπως είπε, είχε προκαλέσει ένταση μεταξύ τους.

«Δεν μου έκανε αυτός ο άνθρωπος με την αδελφή μου… της μιλούσε απότομα. Ήταν προσκολλημένος πάνω της, την κρατούσε από το χέρι, να καθίσει πάντα δίπλα του γιατί ήταν η σχέση του. Τις περισσότερες φορές ήταν μόνο με εκείνον…» κατέθεσε συμπληρώνοντας πως σήκωνε ακόμη και τα τηλέφωνα της ή μιλούσε σε ανοιχτή ακρόαση.

Η αδελφή της Κυριακής κατέθεσε πως αυτό που την εντυπωσίασε ήταν κυρίως η εξωτερική του εμφάνιση αλλά και το γεγονός ότι ήταν πιο ώριμος.

«Δεν μπορούσε να της προσφέρει ούτε τα βασικά. Της έταξε οικογένεια, σπίτι κάτι που δεν έγινε ποτέ και ταξίδια τα οποία έγιναν με έξοδα της αδελφής μου… Από την αδελφή μου ο κατηγορούμενος είχε μόνο να κερδίσει. Την εκμεταλλευόταν, τη ζήλευε, δεν την άφηνε να αναπνεύσει…» κατέθεσε και τόνισε πως ανάγκασε την αδελφή της ακόμη και να παραιτηθεί από τη δουλειά της που είχε σχέση με τα παιδιά, για να εργαστεί σε συνεργείο καθαρισμού.

«Τη ζήλευε παρά πολύ και ήθελε να δουλεύουν οι δυο τους. Ήθελε να την ελέγχει, την ανάγκαζε να δουλεύει ως καθαρίστρια…» κατέθεσε ενώ εκτίμησε πως η αδελφή της «στην αρχή τον αγάπησε, προς το τέλος της σχέσης όμως πιστεύω ότι τον φοβόταν».

«Τη ζήλευε παράφορα»

Η μάρτυρας περιέγραψε τον κατηγορούμενο ως έναν άνθρωπο «έξυπνο που χρησιμοποιούσε διπλωματία και πονηριά και έπειθε».

Μάλιστα, κλήθηκε να απαντήσει αν το σύνδρομο της Στοκχόλμης εφαρμόζεται στο πρόσωπο της Κυριακής.

«Η αδελφή μου τον αγάπησε παρά πολύ, ήταν πολύ δοτική σε αυτόν, όπως και σε εμάς. Δεν ήταν συνήθεια να ξαναγυρίζει σε εκείνον. Τον ερωτεύτηκε και τον αγάπησε και εκείνος τη σκότωσε… Δεν την αγάπησε ποτέ, την εκμεταλλεύτηκε, ζήλευε παρά πολύ αυτό που ήταν η αδελφή μου, ήταν τόσο κατώτερος. Προσπαθούσε να την αποκόψει απ όλους» ανέφερε και ήταν κατηγορηματική πως ο κατηγορούμενος δεν αντιμετώπιζε ψυχιατρικά προβλήματα.

«Τα ψυχιατρικά που επικαλείται δεν ισχύουν, ζήλευε παρά πολύ την αδελφή μου. Τη ζήλευε παράφορα που μέσα στο μυαλό του ήταν εμμονικός. Μόνο τη λέξη «δικό μου» είχε και τίποτα άλλο. Πώς θα την αποκόψει, θα την απομονώσει από όλους τους ανθρώπους που αγαπούσε» κατέθεσε και περιέγραψε πως ο 40χρονος «είχε άποψη για όλα. Ήταν πάντα ήρεμος, απόλυτα λειτουργικός… Απλά δεν ήθελε να δουλέψει».

Όπως κατέθεσε η μάρτυρας, η αδελφή της ένα μήνα πριν τη δολοφονία της άλλαξε δουλειά και σπίτι.

Πρόεδρος: Πώς πήρε αυτή την απόφαση;

Μάρτυρας: Ήταν οριστικό.

Πρόεδρος: Συνέβη κάτι; Πώς πήρε την απόφαση;

Μάρτυρας: Τον τελευταίο χρόνο δεν μιλούσα με τον κατηγορούμενο. Από την πρώτη μέρα ήμασταν σε αντιπαράθεση γιατί πρόσβαλε την αδελφή μου… τσακωθήκαμε. Μιλούσε για τα ερωτικά τους με άσχημο τρόπο. Την πρώτη μέρα που τον γνώρισα.

Η μάρτυρας ανέφερε πως δεν γνώριζε με λεπτομέρειες τι συνέβαινε καθώς η αδελφή της δεν της έλεγε.

«Την είχε χτυπήσει, είχε μελανιές στα μπράτσα και πρόσωπο. Της έλεγα να μαζέψει τα πράγματα να γυρίσει σπίτι. Μου έλεγε «δεν χρειάζεται, η κατάσταση είναι ελεγχόμενη, δεν χρειάζεται τίποτα παραπάνω» είπε και σημείωσε πως δεν είχε ενημερώσει την οικογένεια της γιατί θεωρούσε ότι «Θα γινόντουσαν χειρότερα τα πράγματα».

Η μάρτυρας σχολιάζοντας το γεγονός ότι η δολοφονία έγινε έξω από το αστυνομικό τμήμα εξέφρασε την άποψη πως ήταν τέτοιο το μένος του κατηγορούμενου που έχασε την Κυριακή που «όπου και να βρισκόταν θα την κακοποιούσε, θα την σκότωνε».

Με την έναρξη της διαδικασίας η υπεράσπιση του κατηγορούμενου παραιτήθηκε από τις ερωτήσεις της μητέρας της Κυριακής «για ανθρωπιστικούς λόγους». «Δεν έχει κάτι παραπάνω να εισφέρει…» τόνισε ο συνήγορος του κατηγορούμενου Σπύρος Δημητρίου.

Σχολίασε εδώ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ