Το οικονομικό επιτελείο της ελληνικής κυβέρνησης αναμένει σημαντική αύξηση των επενδύσεων έως το 2026, με στόχο να αποτελέσουν τον κινητήριο μοχλό της οικονομικής ανάπτυξης και παραγωγικότητας. Σύμφωνα με το προσχέδιο του Προϋπολογισμού, οι επενδύσεις προβλέπεται να αυξηθούν από 4,5% το 2024 σε 10,2% το 2026, με την ιδιωτική δραστηριότητα και τα δημόσια έργα υποδομής να διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο.
Ωστόσο, η επιτυχία του σχεδίου εξαρτάται από τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων και την αποτελεσματική χρήση των ευρωπαϊκών πόρων. Παρά την ανακτηθείσα επενδυτική βαθμίδα και την οικονομική σταθερότητα, η γεωπολιτική αστάθεια και οι προκλήσεις στην απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης αποτελούν κινδύνους που πρέπει να αντιμετωπιστούν για την υλοποίηση των στόχων.
Διαβάστε αναλυτικά
Σε καθοριστικό παράγοντα για την πορεία της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα χρόνια αποδεικνύονται οι επενδύσεις, όπως δείχνει και το προσχέδιο του κρατικού Προϋπολογισμού για το 2026. Η κυβέρνηση τοποθετεί την επενδυτική δραστηριότητα στο επίκεντρο της αναπτυξιακής στρατηγικής, προσδοκώντας ότι θα αποτελέσει τον κινητήριο μοχλό που θα ενισχύσει την παραγωγικότητα και θα στηρίξει τη μακροπρόθεσμη οικονομική ανάκαμψη. Ωστόσο, όπως επισημαίνουν στελέχη του οικονομικού επιτελείου, η επιτυχία του σχεδίου θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων και την αποτελεσματική αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων. Χωρίς αυτά, οι προβλέψεις κινδυνεύουν να μείνουν στα χαρτιά.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τα στοιχεία του προσχεδίου, η συνολική αύξηση των επενδύσεων αναμένεται να επιταχυνθεί σημαντικά: από 4,5% το 2024, στο 5,7% το 2025 και στο εντυπωσιακό 10,2% το 2026. Η δυναμική αυτή βασίζεται στην ενίσχυση των ιδιωτικών επενδύσεων, αλλά και στην επέκταση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, που προβλέπεται να ανέλθει στα 16,7 δισεκατομμύρια ευρώ το 2026, έναντι 14,6 δισ. ευρώ φέτος. Οι πόροι αυτοί θα κατευθυνθούν κυρίως σε έργα υποδομής —όπως μεταφορές, δίκτυα και ενέργεια— αλλά και σε επενδύσεις τεχνολογικού εξοπλισμού και καινοτομίας, που αναμένεται να αυξήσουν την παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Ειδικότερα, περίπου το ήμισυ της αύξησης των επενδύσεων θα προέλθει από κατασκευαστικά έργα, τα οποία προβλέπεται να ενισχυθούν με ετήσιο ρυθμό 13,8%. Το υπόλοιπο 50% αναμένεται να αφορά επενδύσεις σε μηχανολογικό εξοπλισμό, τεχνολογίες και αγροτικά αγαθά, με ρυθμούς αύξησης από 2,7% έως 10,1%. Αν όλα εξελιχθούν σύμφωνα με τον σχεδιασμό, το ποσοστό των επενδύσεων ως προς το ΑΕΠ θα αγγίξει το 18% το 2026, από 15,7% το προηγούμενο έτος. Η κυβέρνηση εκτιμά ότι αυτή η επενδυτική ώθηση θα συνεισφέρει κατά 1,7 ποσοστιαίες μονάδες στην ετήσια ανάπτυξη του 2026, συμβάλλοντας στη μείωση του παραγωγικού κενού σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές οικονομίες.
Το οικονομικό επιτελείο αναγνωρίζει ότι υπάρχουν παράγοντες που θα μπορούσαν να επιβραδύνουν τον σχεδιασμό
Παρά την αισιοδοξία, το οικονομικό επιτελείο αναγνωρίζει ότι υπάρχουν παράγοντες που θα μπορούσαν να επιβραδύνουν τον σχεδιασμό. Η γεωπολιτική αστάθεια, οι συνεχιζόμενες αναταράξεις στις αλυσίδες εφοδιασμού, η αβεβαιότητα στις διεθνείς αγορές και οι πιθανές αυξήσεις στο κόστος υλικών και κατασκευών αποτελούν σημαντικούς κινδύνους. Επιπλέον, η ομαλή απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης «Ελλάδα 2.0» παραμένει κρίσιμος παράγοντας για την επιτυχία του σχεδίου.
Η αποτελεσματική αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων θεωρείται η «καρδιά» της επενδυτικής στρατηγικής. Το αναθεωρημένο σχέδιο «Ελλάδα 2.0» αναμένεται να οριστικοποιηθεί εντός του μήνα, με στόχο να ενταχθούν ώριμα έργα που μπορούν να υλοποιηθούν έως το 2026. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ωστόσο, έχει ήδη εκφράσει ανησυχίες για τους ρυθμούς υλοποίησης, καθώς, σύμφωνα με την τέταρτη ετήσια έκθεση προόδου του Ταμείου Ανάκαμψης, η Ελλάδα έχει ολοκληρώσει λιγότερο από το 50% των οροσήμων και στόχων που προβλέπονται, παρότι έχει λάβει πάνω από το μισό των διαθέσιμων χρηματοδοτήσεων. Στην ίδια κατηγορία βρίσκονται συνολικά δώδεκα κράτη της Ε.Ε., τα οποία η Κομισιόν καλεί να επιταχύνουν σημαντικά τις διαδικασίες, καθώς απομένει λιγότερο από ένας χρόνος μέχρι τη λήξη της προθεσμίας, τον Αύγουστο του 2026.
Αν και η εικόνα παραμένει σύνθετη, υπάρχουν και ενθαρρυντικά στοιχεία. Το 2025, αν και ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί, θεωρείται μια χρονιά-σταθμός για την ελληνική οικονομία, καθώς η χώρα ανέκτησε πλήρως την επενδυτική βαθμίδα από όλους τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης, γεγονός που ενίσχυσε την εμπιστοσύνη των αγορών και των επενδυτών. Παράλληλα, η μείωση του δημόσιου χρέους, η σταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος και η διατήρηση πρωτογενών πλεονασμάτων διαμορφώνουν ένα πιο σταθερό περιβάλλον, ικανό να στηρίξει την αναπτυξιακή πορεία. Το επόμενο διάστημα, το ζητούμενο είναι η μετατροπή των αριθμών και των προβλέψεων σε πραγματικά έργα και επενδύσεις που θα ενισχύσουν την οικονομία, θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και θα βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα της χώρας.
Συνοπτικά
- Η ελληνική κυβέρνηση προβλέπει αύξηση των επενδύσεων από 4,5% το 2024 σε 10,2% το 2026, εστιάζοντας σε ιδιωτικές δραστηριότητες και δημόσια έργα υποδομής.
- Η επιτυχία του σχεδίου εξαρτάται από τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων και την αποτελεσματική απορρόφηση ευρωπαϊκών πόρων.
- Αρνητικοί παράγοντες όπως η γεωπολιτική αστάθεια και οι αυξήσεις κόστους υλικών μπορούν να επηρεάσουν την υλοποίηση των στόχων.
- Η κυβέρνηση στοχεύει σε επενδυτική ώθηση που θα συμβάλει στην ετήσια ανάπτυξη και τη μείωση του παραγωγικού κενού έως το 2026.